Στις θέσεις τους μέχρι τις 14 Ιανουαρίου, οπότε θα εκδικαστούν τα ασφαλιστικά μέτρα που κατέθεσαν, παραμένουν οι περίπου 170 συμβασιούχοι εργαζόμενοι του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου, οι συμβάσεις των οποίων λήγουν στα τέλη του μήνα.
Το δικαστήριο, με προσωρινή διαταγή, μετά τη συζήτηση της υπόθεσης σήμερα στο Δικαστικό Μέγαρο Ιωαννίνων, αποφάσισε την παραμονή τους μέχρι την εκδίκαση των ασφαλιστικών μέτρων, αφουγκραζόμενο και τις ανάγκες που έχουν δημιουργηθεί στο νοσοκομείο, όπως και σε όλα τα νοσοκομεία, λόγω της πανδημίας.
Την παραμονή των εργαζομένων υποστήριξαν το Σωματείο Συμβασιούχων του ΠΓΝΙ, ο Σύλλογος Εργαζομένων, αλλά και η διοίκηση του νοσοκομείου, δια των εκπροσώπων της, όπως ανέφερε ο πρόεδρος του Συλλόγου Γιώργος Φλούδας.
«Νίκη- στήριγμα» στον αγώνα για τη μονιμοποίηση χαρακτηρίζει την προσωρινή διαταγή του δικαστηρίου το Νομαρχιακό Τμήμα Ιωαννίνων της ΑΔΕΔΥ. « Και αυτοί, όπως και οι χιλιάδες άλλοι που εργάζονται με ελαστικές μορφές απασχόλησης, καλύπτουν μόνιμες και διαρκείς ανάγκες του συστήματος υγείας.
Επιτέλους, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας οφείλει να εγκαταλείψει τις ιδεολογικές της εμμονές για ιδιωτικοποίηση του συστήματος υγείας και να προχωρήσει άμεσα στην μονιμοποίηση τους, ειδικά τούτες τις δύσκολες στιγμές που στην πατρίδα μας εκτυλίσσεται μια υγειονομική τραγωδία με αποκλειστική δική της ευθύνη», αναφέρει σε ανακοίνωσή της.
Για σημαντική νίκη κάνει λόγο σε ανακοίνωσή της και η Αγωνιστική Συσπείρωση Υγειονομικών ΠΓΝΙ. «Η κυβέρνηση οφείλει να σταματήσει να κρύβεται πίσω από υποκριτικές και ανέξοδες υποσχέσεις, και να νομοθετήσει την παραμονή όλων των συμβασιούχων κάθε ειδικότητας στα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας.
Είναι το λιγότερο που μπορεί να κάνει τη στιγμή που εκτυλίσσεται με αποκλειστικά δική της ευθύνη μια υγειονομική τραγωδία στη χώρα.
Ο χρόνος που κερδήθηκε, είναι χρόνος ανασύνταξης του αγώνα για ορμητικότερη διεκδίκηση μόνιμης και σταθερής εργασίας με δικαιώματα και θωράκισης του συνειδητά εγκαταλελειμμένου ΕΣΥ προς χάριν της επιχειρηματικής του λειτουργίας σε βάρος της υγείας και της ζωής του λαού», σημειώνει.